κούλι

κούλι
Ορεινός οικισμός (υψόμ. 840 μ., 101 κάτ.) του νομού Ευρυτανίας. Βρίσκεται στο νοτιοδυτικό άκρο του νομού. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Προυσού.
* * *
οι
(στο παρελθόν)
1. ονομασία Ινδών και Κινέζων, κυρίως, αλλά και άλλων Ασιατών, οι οποίοι εργάζονταν στις αποικίες τών Ευρωπαίων με μισθό
2. αχθοφόροι ιθαγενείς τής Ινδοκίνας που μετέφεραν τις αποσκευές τού προσωπικού και το στρατιωτικό υλικό τών αποικιακών διοικήσεων ή εκτελούσαν όλες τις επίπονες εργασίες.
[ΕΤΥΜΟΛ. Λ. ξεν. προέλευσης, πρβλ. αγγλ. coolie (< νεώτ. ινδ. kulĩ, qulĩ, πιθ. από τη δραβιδική γλώσσα].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • Αφγανιστάν — Κράτος της νοτιοκεντρικής Ασίας.Συνορεύει στα Β με το Τουρκμενιστάν (ΒΔ), το Ουζμπεκιστάν, το Τατζικιστάν (ΒΑ) και την Κίνα (ΒΑ), στα Α και Ν με το Πακιστάν και στα Δ με το Ιράν.Το Α. βρίσκεται στο κέντρο της αχανούς νότιας Ασίας, ανάμεσα σε μια… …   Dictionary of Greek

  • Κολούμπια-Σνέικ — (Columbia Snake). Υδρογραφικό σύστημα του νοτιοδυτικού Καναδά και των βορειοδυτικών ΗΠΑ, το οποίο σχηματίζεται από τον ποταμό Κολούμπια (1.950 χλμ.) και τον αριστερό παραπόταμό του, Σνέικ (1.670 χλμ.). Ο Κολούμπια, ο οποίος πριν εξερευνηθεί από… …   Dictionary of Greek

  • Μπουχάρα — Πόλη (περ. 236.000 κάτ.), πρωτεύουσα της ομώνυμης περιοχής του Ουζμπεκιστάν. Η Μ. ιδρύθηκε τον 1o αι. μ.Χ. Το 709, που κατακτήθηκε από του Άραβες, ήταν κιόλας σημαντικό εμπορο βιοτεχνικό και πολιτιστικό κέντρο της Ασίας. Από τον 9o έως το 10o αι …   Dictionary of Greek

  • Προυσός — Ορεινός οικισμός (υψόμ. 860 μ.) του νομού Ευρυτανίας. Βρίσκεται NΔ του νομού. Είναι έδρα του ομώνυμου δήμου (27 τ. χλμ.), στον οποίο ανήκουν και οι οικισμοί Άνω Εσωχώρια (υψόμ. 960 μ.), Κούλι (υψόμ. 840 μ.), Τσικνέικα και Ιερά Μονή Προυσού. Στον… …   Dictionary of Greek

  • Ταμάσπ — Όνομα βασιλιάδων της Περσίας. 1. Ο A’ (Αμπούλ Μονταβέρ Μπεχαντέρ Χαν, 1513 – 1576). Σάχης της Περσίας, γιος του Ισμαήλ, ιδρυτή της δυναστείας των Σόφις. Διαδέχτηκε τον πατέρα του σε ηλικία 13 χρόνων και βασίλεψε 50 χρόνια. Μετά την άνοδό του στον …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”